Ήταν καλύβες στο χώμα. Τώρα είναι δεξαμενές και βιομηχανίες. Ο Ασπρόπυργος άλλαξε πρόσωπο — και μαζί του, όλη η Δυτική Αττική.
Στην αρχή την έλεγαν «Καλύβια Χασιάς». Ήταν μια συστάδα από πλίθινα σπίτια, χτισμένα στο χώμα, με πέτρες, καλάμια και αυλές γεμάτες ζωντανά. Οι άνθρωποι ζούσαν με το γάλα, τα χωράφια και τα κοπάδια τους. Ήταν νομάδες της πεδιάδας, χωρίς πύργους, χωρίς εργοστάσια, χωρίς καν νερό δικτύου. Κι όμως, αυτή η αγροτική σκιά στο Θριάσιο Πεδίου θα άλλαζε για πάντα πρόσωπο μέσα σε λίγες δεκαετίες.
Στην καρδιά της Αττικής, ανάμεσα σε αρχαιολογικά ίχνη και γαλήνιους ελαιώνες, ξεφύτρωσε κάτι νέο. Ο «Άσπρος Πύργος» –όνομα παρμένο από ένα παλιό μαρμάρινο οικοδόμημα που ίσως ήταν τάφος Αθηναίου δημότη– έγινε πλέον τόπος διυλιστηρίων, αποθηκών, δεξαμενών και μεταφορών. Από χωριό της γης, έγινε ο στόμαχος της οικονομικής μηχανής της Ελλάδας.
Στη δεκαετία του ’50 είχε ακόμη 5.000 ψυχές. Έως το 2021 είχε πάνω από 31.000. Όμως δεν άλλαξε μόνο πληθυσμό. Άλλαξε ριζικά ταυτότητα. Μεγάλες εταιρείες πετρελαίου εγκαταστάθηκαν στη νότια προέκτασή του. Η Ιερά Οδός – που κάποτε οδηγούσε την πομπή προς την Ελευσίνα – πέρασε δίπλα από ντεπόζιτα, χημικά και καπνούς. Εκεί που κάποτε περπατούσαν νύφες για το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής, σήμερα παρκάρουν βυτιοφόρα.
Ο Ασπρόπυργος απέκτησε Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού, σχολή σωστικών μέσων, στρατιωτικές εγκαταστάσεις και ένα θερμόμετρο που, στις 26 Ιουνίου 2007, έγραψε 47,5°C — τη μεγαλύτερη θερμοκρασία στην ιστορία της Αττικής. Έγινε σημείο μεταφοράς, στρατηγείο logistics και εστία ρύπανσης, όλα μαζί.
Παράλληλα, οι παλιοί γεωργικοί και ποιμενικοί συνεταιρισμοί έδωσαν τη θέση τους σε αποθήκες και εμπορικά κέντρα. Οι κάτοικοι, κάποτε γεωργοί, έγιναν εργάτες ή μεταφορείς. Ο Ασπρόπυργος άφησε τις ρίζες του στη γη και κοίταξε προς τις δεξαμενές της δύναμης.
Σήμερα, η παραλία του δεν είναι πια για μπάνιο. Ούτε οι λόφοι του θυμίζουν την Πάρνηθα, μόνοι τους όπως στέκονται δίπλα σε εργοστάσια και φορτηγά. Κι όμως, ο Ασπρόπυργος συνεχίζει. Με ανθρώπους που μαγειρεύουν ακόμα «τζόλια», γιορτάζουν με λουκουμάδες και θυμούνται ότι πριν το πετρέλαιο, υπήρχαν καλύβες. Και έρωτες. Και μαντίλια στην αυλή.

